
«Η τεράστια ζήτηση των ηλεκτρονικών συσκευών έχει οδηγήσει σε
έναν τεράστιο όγκο ηλεκτρονικών αποβλήτων αλλά και στην ταχεία
κατανάλωση σπάνιων στοιχείων και μετάλλων» εξηγεί μιλώντας στο «Βήμα» ο δρ Τινγκ Λέι,
πρώτος συγγραφέας της μελέτης των ειδικών που δημοσιεύθηκε στην
επιθεώρηση «Proceedings for the National Academy of Sciences» (PNAS). «Επιπλέον,
υπάρχει άμεση ανάγκη για εύκαμπτα ηλεκτρονικά μέρη που θα μπορούσαν να
χρησιμοποιηθούν ως εμφυτεύσιμες ή "φορετές" συσκευές (wearables). Η
σύνθεση και η επεξεργασία των οργανικών ηλεκτρονικών μπορούν να γίνουν
σε χαμηλές θερμοκρασίες. Το κυριότερο είναι ότι υπάρχουν πάρα πολλές
ηλεκτρονικές εφαρμογές φιλικές προς το περιβάλλον» προσθέτει ο ίδιος.
Με έμπνευση το δέρμα
Οι αμερικανοί επιστήμονες άντλησαν την έμπνευσή τους από το ανθρώπινο δέρμα, το οποίο διαθέτει ελαστικότητα και συνοδεύεται από τη δυνατότητα αυτοεπούλωσης και βιοδιάσπασής του. «Στην ομάδα μου, προσπαθούσαμε να μιμηθούμε τη λειτουργία του ανθρώπινου δέρματος, με στόχο την ανάπτυξη ηλεκτρονικών του μέλλοντος» αναφέρει η επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας δρ Μπάο. «Πετύχαμε την ελαστικότητα και την αυτοεπούλωση, οπότε κληθήκαμε να αντιμετωπίσουμε το ζήτημα της βιοδιάσπασης». Η πρόκληση ήταν μεγάλη, σύμφωνα με την ίδια, καθώς το ηλεκτρονικό μέρος έπρεπε να «παντρευτεί» με τη δυνατότητα βιοδιάσπασης.
«Ο οργανικός ημιαγωγός μπορεί να συντεθεί από διάφορες φυσικές χημικές ουσίες, όπως π.χ. σουκινικό εστέρα και αμυλική αλκοόλη (ΤΑΑ)» μας λέει ο δρ Λέι. Συγκεκριμένα, το βιοδιασπώμενο ηλεκτρονικό κύκλωμα σιδήρου (ένα υλικό φιλικό προς το περιβάλλον και μη τοξικό για τον άνθρωπο) που δημιούργησαν οι ειδικοί κάθεται επάνω σε ένα καινοτόμο, επίσης βιοδιασπώμενο υπόστρωμα κυτταρίνης, της οποίας οι ίνες έχουν τροποποιηθεί ούτως ώστε να του χαρίζουν ελαστικότητα και διαφάνεια. Ετσι ο υπέρλεπτος οργανικός ημιαγωγός μπορεί να φορεθεί ως «αόρατο» ελαστικό επίθεμα απευθείας επάνω στο δέρμα, χωρίς να γίνεται αντιληπτός από τον χρήστη, ή ακόμα να εμφυτευθεί στον ανθρώπινο οργανισμό.
«Πρόκειται για το πρώτο παράδειγμα ενός ημιαγωγού από πολυμερές, ο οποίος είναι ικανός να αποσυντίθεται» μας αναφέρει ο δρ Λέι. «Η ζωή της συγκεκριμένης συσκευής ποικίλλει ανάλογα με τον σχεδιασμό της δομής της. Η εκτίμησή μας είναι ότι η διάρκειά της θα μπορούσε να ξεπεράσει το ένα έτος. Στη συνέχεια έχει τη δυνατότητα να αποσυντίθεται πλήρως υπό ήπιες όξινες συνθήκες, π.χ. με τη βοήθεια κοινού ξιδιού. Μια διαδικασία που απαιτεί περί τις 20-30 ημέρες.
Οι αμερικανοί επιστήμονες άντλησαν την έμπνευσή τους από το ανθρώπινο δέρμα, το οποίο διαθέτει ελαστικότητα και συνοδεύεται από τη δυνατότητα αυτοεπούλωσης και βιοδιάσπασής του. «Στην ομάδα μου, προσπαθούσαμε να μιμηθούμε τη λειτουργία του ανθρώπινου δέρματος, με στόχο την ανάπτυξη ηλεκτρονικών του μέλλοντος» αναφέρει η επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας δρ Μπάο. «Πετύχαμε την ελαστικότητα και την αυτοεπούλωση, οπότε κληθήκαμε να αντιμετωπίσουμε το ζήτημα της βιοδιάσπασης». Η πρόκληση ήταν μεγάλη, σύμφωνα με την ίδια, καθώς το ηλεκτρονικό μέρος έπρεπε να «παντρευτεί» με τη δυνατότητα βιοδιάσπασης.
«Ο οργανικός ημιαγωγός μπορεί να συντεθεί από διάφορες φυσικές χημικές ουσίες, όπως π.χ. σουκινικό εστέρα και αμυλική αλκοόλη (ΤΑΑ)» μας λέει ο δρ Λέι. Συγκεκριμένα, το βιοδιασπώμενο ηλεκτρονικό κύκλωμα σιδήρου (ένα υλικό φιλικό προς το περιβάλλον και μη τοξικό για τον άνθρωπο) που δημιούργησαν οι ειδικοί κάθεται επάνω σε ένα καινοτόμο, επίσης βιοδιασπώμενο υπόστρωμα κυτταρίνης, της οποίας οι ίνες έχουν τροποποιηθεί ούτως ώστε να του χαρίζουν ελαστικότητα και διαφάνεια. Ετσι ο υπέρλεπτος οργανικός ημιαγωγός μπορεί να φορεθεί ως «αόρατο» ελαστικό επίθεμα απευθείας επάνω στο δέρμα, χωρίς να γίνεται αντιληπτός από τον χρήστη, ή ακόμα να εμφυτευθεί στον ανθρώπινο οργανισμό.
«Πρόκειται για το πρώτο παράδειγμα ενός ημιαγωγού από πολυμερές, ο οποίος είναι ικανός να αποσυντίθεται» μας αναφέρει ο δρ Λέι. «Η ζωή της συγκεκριμένης συσκευής ποικίλλει ανάλογα με τον σχεδιασμό της δομής της. Η εκτίμησή μας είναι ότι η διάρκειά της θα μπορούσε να ξεπεράσει το ένα έτος. Στη συνέχεια έχει τη δυνατότητα να αποσυντίθεται πλήρως υπό ήπιες όξινες συνθήκες, π.χ. με τη βοήθεια κοινού ξιδιού. Μια διαδικασία που απαιτεί περί τις 20-30 ημέρες.
Στην παρούσα φάση τα εν λόγω ηλεκτρονικά δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν
σε ηλεκτρονικές συσκευές ευρείας κατανάλωσης, ωστόσο η περαιτέρω
ανάπτυξή τους θα μπορούσε να οδηγήσει σε καινοτόμους βιολογικούς
αισθητήρες και ετικέτες αναγνώρισης μέσω ραδιοσυχνοτήτων (RFID)».
Μετρώντας βιολογικούς δείκτες και… δάση
Η καινοτόμος ηλεκτρονική συσκευή θα μπορούσε, κατά τους....Διαβάστε περισσότερα στο: www.tovima.gr